Eίναι ταμπού η σχέση με έναν πολύ νεότερο άνδρα;

Γυναικο-λογία 2

Από τον ψυχοθεραπευτή Κωνσταντίνο Γεμενετζή  

Στον “Πλούτο” του Αριστοφάνη κάποια στιγμή εμφανίζεται μια γρια, αναστατωμένη. Παρακάτω μερικά σημεία από τον διάλογο που ακολουθεί (στ. 974 κ.ε.):

Χρεμύλος: ∆εν µας λες επί τέλους τι καϊλα είναι αυτή που έχεις;

Γραῦς: Άκου λοιπόν. Είχα φίλο ένα παλικάρι. Φτωχό ήταν, µα καλοφτιαγµένο κι όµορφο και καλό παιδί. Σε ό,τι το χρειαζόµουν εγώ, όλα µου τα έκανε όµορφα και καλά. Κι εγώ πάλι ό,τι του ζητούσε του το έδινα για τον κόπο του.

Χρεμύλος: Και σαν τι σου ζητούσε συνήθως;

Γραῦς: Όχι µεγάλα πράγµατα. Γιατί µε ντρεπόταν τροµερά. Έτυχε να µου ζητήσει είκοσι δραχµές για φόρεµα, ή και οχτώ για παπούτσια. Και για τις αδελφές του µε παρακαλούσε να τους αγοράσω κανένα πουκάµισο. Και για τη µάνα του κανένα φορεµατάκι. Έτυχε να χρειαστεί και τέσσερις µεδίµνους στάρι.

…  Κι αυτά όµως, έλεγε, πως δεν τα ζητάει για τα χάδια του, παρά από αγάπη, για να µε θυµάται φορώντας ρούχα από εµένα.

… Κι όµως πρωτύτερα κάθε µέρα, µα τις θεές, ερχόταν πολλές φορές στο σπίτι µου.

Χρεμύλος: Γιατί φοβόταν µην πεθάνεις;

Γραῦς: Όχι καλέ, παρά γιατί λαχταρούσε ν’ ακούσει µονάχα τη φωνή µου.

Χρεμύλος: ∆ηλαδή να πάρει κανένα δώρο.

Γραῦς: Έτσι, µα τον ∆ία, αν µ’ έβλεπε λυπηµένη, µε φώναζε χαϊδευτικά παπάκι και πιτσούνι.

Χρεμύλος: Κι ύστερα θα σου ζητούσε να του πάρεις παπούτσια.

Γραῦς: Και µου έλεγε πως έχω ωραιότατα χέρια.

Χρεμύλος: Όσες φορές του έδιναν τις είκοσι δραχµές.

Γραῦς: Και µου έλεγε πως µοσχοβολάει το δέρµα µου.

Χρεμύλος: Αν τον κερνούσες θάσιο κρασί, φυσικά, µα το ∆ία.

Γραῦς: Και πως το βλέµµα µου είναι γλυκό και χαριτωµένο.

Χρεμύλος: ∆εν ήταν κουτό το παιδί, παρά ήξερε να τραγανίζει τα λεφτά µιας γριάς.

Γραῦς … µου έλεγε πως ποτέ δεν θα µε παρατήσει, όσο ζω.

Χρεμύλος: Σωστά. Τώρα δεν σ’ έχει πια για ζωντανή.

Γραῦς: Αχ, έλειωσα απ’ τον καηµό, χρυσό µου.

Χρεμύλος: ∆εν είναι απ’ αυτό, µα έχεις σαπίσει, καθώς µου φαίνεται.

Η γριά είναι γελοία. Το γελοίο δεν είναι βέβαια το ίδιο το πάθος για τον νέο αλλά η πλάνη της, το ροζ συννεφάκι που την κάνει να πιστεύει ότι είναι ακόμη όμορφη και ποθητή, ότι τα χρόνια δεν έχουν περάσει. Η ύβρη απέναντι στον χρόνο είναι που την κάνει γελοία, και τραγική συνάμα.

Στο προηγούμενο άρθρο μου, αναφέρθηκα στον κύκλιο χρόνο της γυναίκας. Είπα πως διαφέρει από τον χρόνο του Ομήρου κατά το ότι η ακτίνα των κύκλων του είναι συχνά περιορισμένη, π.χ. περιλαμβάνει σπίτι και παιδιά και φιλαρέσκεια. Αυτό την αφήνει έκθετη στα πράγματα που κρατά έξω από τον κύκλο, όπως στις αλλαγές που φέρνει ο “πανδαμάτορας” χρόνος (Σοφοκλής) και που κάποτε θα έρθουν. Είναι ευάλωτη στην ύβρη που παραβιάζει τα μέτρα του χρόνου: Παραμένει “μαμά” εκεί που τα παιδιά έχουν από καιρό μεγαλώσει, παραμένει “γκόμενα” εκεί που το “γλυκό πουλί της νιότης” έχει από καιρό πετάξει.

Η ερώτηση ήταν αν η επιλογή ενός νεότερου συντρόφου από τη γυναίκα είναι ταμπού. Αυτό το ταμπού, στην ουσία του, δεν είναι κάποια αυθαίρετη, η παλιομοδίτικη απαγόρευση. Εκεί που η επιλογή από τη γυναίκα του νεοτέρου συντρόφου τρέφεται από το παραμύθιασμα της αειθαλούς νεότητας, εκεί δηλαδή που διαπράττεται η ύβρη απέναντι στον χρόνο, θα έρθει αναγκαστικά και το πλήρωμα του χρόνου (γενική αντικειμενική): η γυναίκα θα το πληρώσει, π.χ. με τη γελοιοποίηση, με το τραύμα μιας απότομης και επώδυνης προσγείωσης. Αφορά φυσικά και τους άντρες αντίστοιχα, τον Μπερλουσκόνι και τους συν αυτώ.

Το περί ου ο λόγος ταμπού δεν είναι τελικά αυτόβουλη απαγόρευση, αλλά καλοπροαίρετη και συμπονετική προειδοποίηση. Μόνο που πολλές φορές κανείς μαθαίνει παθαίνοντας…

Σχετικά άρθρα