O κύριος Αναστάσιος Σπαντιδέας, παθολόγος – κλινικός φαρμακολόγος, εξηγεί πότε είναι αναγκαίος ο προληπτικός έλεγχος της κατάστασης του οργανισμού μας.
Τι περιλαμβάνει ένα τσεκ απ;
Λέγοντας τσεκ- απ εννοούμε τον προληπτικό ιατρικό έλεγχο στον οποίο πρέπει να υποβάλλονται ανά τακτά διαστήματα όλα γενικά τα άτομα.Αυτός ο έλεγχος πρέπει να περιλαμβάνει ιατρική και οδοντιατρική εξέταση καθώς και εργαστηριακές διαγνωστικές εξετάσεις,όπως αίματος, ούρων, καρδιογράφημα, τεστ –κοπώσεως, ακτινογραφίες,υπερηχογράφημα κ.α .
Ειδικότερα,οι αιματολογικές εξετάσεις πρέπει να περιλαμβάνουν τον έλεγχο σε τριγλυκερίδια –ολικά λιπίδια,Τ.Κ.Ε, H.D.L χοληστερίνη, γενική εξέταση ούρων, L.D.L χοληστερίνη, σάκχαρο, SGOT – SGPT (τρανσαμινάσες), ουρία, λευκώματα ολικά,ουρικό οξύ, λευκωματίνη – σφαιρίνες, χοληστερίνη ολική, κρεατινίνη, αλκαλική φωσφατάση, σίδηρο και φεριτίνη (στις γυναίκες σε αναπαραγωγική φάση)
Πώς αξιοποιεί ο γιατρός τα αποτελέσματα;
Τα αποτελέσματα των εξετάσεων δίνουν στο γιατρό μια εικόνα για την τρέχουσα κατάσταση υγείας του ατόμου ενώ οι πρόσφατες εξετάσεις μπορούν να συγκρίνονται με μελλοντικές ή περασμένες εξετάσεις και να δίνουν χρήσιμες πληροφορίες για την εξέλιξη της κατάστασης υγείας του ατόμου. Ακόμη ένα τσεκ-απ μπορεί να δώσει χρήσιμες πληροφορίες για το αν υπάρχει προδιάθεση για κάποια πάθηση ή και να διαγνωστεί αυτή σε πρώιμο στάδιο.
Από ποια ηλικία πρέπει να γίνεται το τσεκ απ;
Δεν υπάρχει συγκεκριμένη ηλικία από την οποία πρέπει να ξεκινάει ένα τσεκ-απ.Συνηθίζουμε να υποδεικνύουμε την έναρξη του τσεκ-απ από την ηλικία των 40 χρόνων, χωρίς αυτό να είναι απόλυτο.
Για άτομα με προδιάθεση για κάποια νόσο ή με οικογενειακό ιστορικό για κάποια νόσο το τσεκ – απ πρέπει να αρχίζει πολύ νωρίτερα.
Κάθε πότε πρέπει να γίνεται;
Η συχνότητα με την οποία πρέπει να γίνονται οι περιοδικές προληπτικές εξετάσεις είναι συνάρτηση των αρχικών ευρημάτων, αλλά και του βαθμού επικινδυνότητας ή της κληρονομικής προδιάθεσης που κάθε άτομο διαθέτει. Γενικά μετά τα 40 έτη κι εφόσον οι αρχικές αιματολογικές εξετάσεις είναι φυσιολογικές συνιστάται η επανάληψη κάθε 3-5 χρόνια. Αν είναι όμως κάποιες εξετάσεις βρεθούν παθολογικές η συχνότητα επανάληψης πρέπει να καθορίζεται από τον θεράποντα γιατρό, ο οποίος συνεκτιμά όλους τους παράγοντες και τη γενική κατάσταση του ατόμου.