Πώς αντιμετωπίζουμε τον ψυχικό πόνο;

Παρακολουθήσαμε την ενδιαφέρουσα ομιλία “Μαθήματα ζωής μέσα από τις κρίσεις”, της καθηγήτριας Ψυχολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου, κυρία Φωτεινή Τσαλίκογλου.Mε παραδείγματα μέσα από τη ζωή, την ψυχολογία και τη λογοτεχνία, η διακεκριμένη καθηγήτρια και καταξιωμένη συγγραφέας μίλησε για την κρίση ως τραύμα και ως δυνατότητα υπέρβασης. Καταγράψαμε ένα απόσπασμα και θελήσαμε να το μοιραστούμε μαζί σας. 

Η ζωή μας είναι μια ύστατη μορφή τέχνης. Γι’ αυτό και στον τίτλο μου στην αρχή της ομιλίας σήμερα είχα βάλει η ζωή δεν είναι ποτέ τόσο όμορφη, ούτε τόσο άσχημη όσο την φανταζόμαστε. Είναι όμως το μόνο που έχουμε. Κάποτε έλεγα, ότι οι ιστορίες των ανθρώπων είναι οι ιστορίες των ερώτων τους. Σήμερα θα πω ότι οι ιστορίες των ανθρώπων είναι οι ιστορίες των τραυμάτων τους.

Και στην δύση υπολογίζεται ότι ένα παιδί στα 4 θα έχει ζήσει πριν τα 10 του χρόνια ένα τραυματισμό. Πόλεμο, βιασμό, θάνατο ενός αγαπημένου προσώπου και ένας ενήλικας στους δύο θα έχει υποστεί ένα τραύμα προτού πεθάνει. Ας δεχτούμε λοιπόν ότι και το τραύμα αλλά και η ανθεκτικότητα αποτελούν και τα 2 ανοιχτά για τον καθένα μας ενδεχόμενα. Καθώς όμως κάθε τραύμα είναι πριν από όλα και ένα ψυχικό γεγονός έχει σημασία να πούμε πως καταγράφεται μέσα μας αυτό το τραύμα. Ποια είναι η ψυχική του αναπαράσταση. Όμως εδώ, έχει σημασία και ο κοινωνικός λόγος που αρθρώνεται. Ο τρόπος με τον οποίο η κοινωνία μας αντιμετωπίζει το τραύμα. Το βλέμμα του άλλου μπορεί να βοηθά στο να επουλώνει αυτό το τραύμα ή να το αφήνει ανοιχτό και σε αιμορραγία. Το βλέμμα αυτό συχνά είναι ένας παραμορφωτικός καθρέφτης. Υπάρχει μια ύπουλη πολιτισμική θυματοποίηση. Σαν να εμποδίζει ένα κοινωνικό βλέμμα το θύμα να μετατεθεί, να αλλάξει θέση. Είναι σαν το θύμα να είναι προορισμένο να παραμένει στην θέση του θύματος. Ένα κακοποιημένο για παράδειγμα παιδί, προβλέπουμε ότι θα ακολουθήσει μια πορεία θύματος, παραμένοντας για πάντα ένα εν δυνάμει κακοποιημένο παιδί.

Η κοινωνία μας έχει επενδύσει την πλασματική της ισορροπία στην άρνηση του πένθους.

Βολεύει τόσο πολύ να είναι ο καθένας στην θέση του τακτοποιημένος… Δίνει μια ανακούφιση. Από τη μια μεριά να είναι εκείνοι με τις πληγές και τα τραύματα και από την άλλη εμείς, χωρίς πληγές. Αν αυτοί αλλάξουν θέση, ίσως ασυνείδητα εμείς που λογαριάζουμε τον εαυτό μας ως αψεγάδιαστους, θα κινδυνεύσουμε και εμείς να αλλάξουμε θέση και να περάσουμε από την άλλη μεριά. Μίλησα για μαχητικότητα, για σθένος, για ανθεκτικότητα, για δύναμη που μας σώζει από τις δύσκολες στιγμές κι όμως, επιστρέφω στον πόνο. Στον πόνο, στο ράγισμα, στην ρωγμή. Ο πόνος ο ψυχικός πόνος είναι μια γέφυρα που μας ενώνει με κοιτάσματα αλήθειας μέσα μας.

Γι’ αυτό και ο Ντοστογιέφσκι παρακαλούσε. Τι έλεγε; «Μονάχα ένα φοβάμαι. Να είμαι ανάξιος της οδύνης μου, των μαρτυρίων μου» όμως, σε αυτό δεν έχουμε συμμάχους. Η κοινωνία μας αρέσκεται στο όχι του πένθους. Στην άρνηση, στην συγκάλυψη ή και στην ιατρικοποίηση του πόνου. Ο ψυχικός πόνος γίνεται αντιληπτός διαρκώς σαν ένα έλλειμμα. Η κυρίαρχη επιταγή πρέπει να προχωράμε μπροστά και να μην κοιτάμε πίσω καθιστά το στοχασμό πάνω στο τραύμα, μια ενοχλητική παραφωνία. Παράδοξα όμως, έτσι καθιστούμε και την ελπίδα ένα άδειο ρητορικό σχήμα. Ίσως, η μεγαλύτερη απειλή μέσα σε αυτή τη κρίση είναι το πάγωμα της σκέψης. Η αδυναμία να στοχαστούμε πάνω στις πραγματικές διαστάσεις της απώλειας. Τι σημαίνει αυτό που χάσαμε; Πώς να διασώσουμε αυτό που μέχρι τώρα θεωρούσαμε σαν πυρήνα της ανθρώπινης ιδιότητάς μας. Σε ακραίες συνθήκες είδαμε τον άνθρωπο να υπερβαίνει την μοίρα του. Δεν υπάρχουν συρματοπλέγματα σήμερα. Όμως, το να κρατηθούμε στη ζωή είναι και σήμερα το ίδιο επιτακτικό αίτημα.

Η κρίση νομίζω μας παροτρύνει να επαναπροσδιορίσουμε μέσα από τα συντρίμμια της σχέσης μας και την απώλεια και τον θάνατο και άλλα με τα δεδομένα της ύπαρξής μας. Αν δεν καταθέσουμε τα όπλα, εάν δεν θεωρήσουμε φυσικό, το αφύσικο που μας κυκλώνει, τότε όλα μπορεί να είναι ανοιχτά. Θα τελειώσω με ένα σύνθημα που φωτογράφισα σε έναν  τοίχο του Παντείου: «Σε έναν κόσμο για λίγους, δεν χωράει κανείς». Σε έναν κόσμο για λίγους, δεν έχει θέση κανείς. Μια συλλογικότητα, ένα μαζί διαγράφεται στον ορίζοντα. Ένα μαζί που δεν γίνεται πια να αγνοούμαι γιατί η ζωή μας θα είναι πάντα στενά συνδεδεμένη με το θάνατο. Ο έρωτας με την απώλεια, η ελευθερία με τον φόβο και το μεγάλωμά μας με τον αποχωρισμό και είμαστε όλοι μαζί σε αυτό.

Φωτεινή Τσαλίκογλου

Σχετικά άρθρα