Tί είναι το υπερκινητικό σύνδρομο των παιδιών;

Η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής – Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) θεωρείται μια νευροαναπτυξιακή διαταραχή που εκδηλώνεται σε μικρή ηλικία και περιλαμβάνει την υπερκινητικότητα, την παρορμητικότητα  και την διάσπαση προσοχής.

Γράφει η Λαζαράτου Ελένη ,Επίκουρη Καθηγήτρια Παιδοψυχιατρικής στην Α΄ Ψυχιατρική Κλινική της  Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

-Ποια είναι η κλινική εικόνα του παιδιού που βιώνει τη διαταραχή;

 Η έναρξη της διαταραχής τοποθετείται στην ηλικία των 3 – 5 ετών. Η υπερβολική κινητικότητα είναι περισσότερο εμφανής σε δομημένες και οργανωμένες καταστάσεις που απαιτούν αυτοέλεγχο.  Το παιδί φαίνεται ιδιαίτερα δραστήριο αλλά η ενεργητικότητά του είναι πολλές φορές άσκοπη.  Μεταπηδά από τη μια δραστηριότητα στην άλλη, χωρίς ποτέ να τελειώνει κάτι που έχει αρχίσει.  Δεν μπορεί να μείνει καθιστό περισσότερο από μερικά λεπτά, τρέχει, χοροπηδάει, είναι υπερβολικά ομιλητικό και θορυβώδες, κουνά ένα μέρος του σώματός του ή στριφογυρίζει ακόμη και σε καταστάσεις υποθετικής ηρεμίας.  Είναι ανυπόμονο, απαιτητικό, και δεν αντέχει τις ματαιώσεις.  Δυσκολεύεται να δεχτεί κανόνες και να σεβαστεί την επιβαλλόμενη πειθαρχία.

Εκδηλώνει έντονη παρορμητικότητα, εμπλέκεται σε επικίνδυνες καταστάσεις και μερικές φορές δείχνει να ενεργεί χωρίς να σκέφτεται.  Έχει βρεθεί αυξημένο ποσοστό ατυχημάτων και δηλητηριάσεων στα υπερκινητικά παιδιά, τα οποία απαιτούν ιδιαίτερη επίβλεψη.

-Πώς συμπεριφέρονται στο σχολείο; Ποιες είναι οι σχέσεις τους με τους ενήλικες;

 Τα υπερκινητικά παιδιά φαίνεται να βιάζονται και να μην μπορούν να ολοκληρώσουν αυτό που κάνουν. Απαντούν στην ερώτηση του δασκάλου πριν ο δάσκαλος τελειώσει την ερώτηση. Θυμώνουν και φωνάζουν, πετάνε διάφορα πράγματα ή χτυπούν.  Δεν μαθαίνουν από την εμπειρία τους γιατί δεν έχουν τόσο χρόνο όσο χρειάζονται για να αφομοιώσουν αυτό που κάνουν

Η διάσπαση προσοχής τα καθιστά ανίκανα να συγκεντρωθούν και να εκτελέσουν καθήκοντα που απαιτούν προσήλωση προσοχής.  Κατά συνέπεια παρουσιάζουν μαθησιακές δυσκολίες και η εν γένει συμπεριφορά τους τα κάνει ανεπιθύμητα στην τάξη. Οι σχέσεις τους με τους ενηλίκους χαρακτηρίζονται από έλλειψη τυπικότητας και συστολής, ενώ δεν είναι αγαπητά στα άλλα παιδιά και μπορεί να απομονώνονται.

-Υπάρχουν διαφορές στην εκδήλωση των συμπτωμάτων ανάμεσα σε αγόρια και κορίτσια;

 Η επίπτωση της διαταραχής ποικίλλει από 2% σε 17%. Αυτό πιθανόν να οφείλεται  στη διαφορετική διαγνωστική εκτίμηση ή σε πιθανές διαφορές στην έκφραση της συμπεριφοράς. Τα αγόρια παρουσιάζουν συχνότερα τη διαταραχή από τα κορίτσια (3-4:1). Τα αγόρια παρουσιάζουν περισσότερο προβλήματα υπερκινητικότητας, παρορμητικότητας ενώ τα κορίτσια προβλήματα διάσπασης προσοχής.

 -Πού οφείλεται η Διαταραχή Ελλειματικής Προσοχής;

Ακόμη δεν είναι γνωστή μια μοναδική αιτία που μπορεί να ευθύνεται για την εκδήλωση  του υπερκινητικού συνδρόμου. Αναφέρονται διάφοροι αιτιολογικοί παράγοντες και ο πιθανός συνδυασμός τους δημιουργεί τη διαταραχή. Αρχικές απόψεις θεωρούσαν ότι η κατάσταση αυτή ήταν ένα είδος «εγκεφαλικής βλάβης».  Αυτή η άποψη προερχόταν από μελέτες παιδιών που είχαν περάσει εγκεφαλίτιδα στις ΗΠΑ.

Ο σύγχρονος προβληματισμός επικεντρώνεται στις νευροχημικές διαταραχές. Διαταραχές στο μεταβολισμό της ντοπαμίνης, έχουν ήδη περιγραφεί σε υπερκινητικά παιδιά, ενώ οι μελέτες για τον μεταβολισμό της σεροτονίνης έχουν δώσει αντικρουόμενα αποτελέσματα.

-Υπάρχει κληρονομικότητα; Παίζει ρόλο η ιδιοσυγκρασία του παιδιού;

Έρευνες σε δίδυμα ή υιοθετημένα παιδιά δείχνουν ότι υπάρχει κληρονομική επιβάρυνση.  Οι έρευνες διδύμων βρίσκουν την κληρονομικότητα σε υψηλά επίπεδα που φθάνουν το 80%.

 Στο ιστορικό των υπερκινητικών παιδιών βρίσκουμε επίσης ότι ήταν μωρά υπερβολικά ανήσυχα, έκλαιγαν συνέχεια, είχαν κωλικούς, παρουσίαζαν προβλήματα στον ύπνο και στο φαγητό. Η ιδιοσυγκρασία του παιδιού φαίνεται να παίζει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του συνδρόμου.

 -Μπορεί να ευθύνονται και οι τροφές του παιδιού μας;

 Κατά τα τελευταία χρόνια εκφράστηκε η άποψη ότι διάφορες τοξίνες και χημικά συστατικά τω τροφών προκαλούν συμπεριφορές υπερκινητικού τύπου. Θεωρήθηκαν υπεύθυνες τεχνητές χρωστικές ουσίες, ακόμη και η ζάχαρη.  Όμως οι απαλλαγμένες από τις τοξικές ουσίες δίαιτες που προτάθηκαν δεν έφεραν τα αναμενόμενα αποτελέσματα.

 -Το υπερκινητικό σύνδρομο συνεχίζεται και στην εφηβεία;

Το υπερκινητικό σύνδρομο έχει έναρξη στα πρώτα παιδικά χρόνια και εξελίσσεται μέχρι την εφηβεία ή την αρχή της ενήλικης ζωής.  Έρευνες δείχνουν ότι ένας μεγάλος αριθμός παιδιών (30 – 70 %) που είχαν τη διάγνωση του υπερκινητικού συνδρόμου στην παιδική ηλικία, εξακολουθούν να έχουν την ίδια διάγνωση στην εφηβεία.  Το ποσοστό μειώνεται όμως κατά πολύ (8%) στην ενήλικη ζωή.

 Πέρα από την επιμονή ορισμένων συμπτωμάτων, αυτά τα παιδιά έχουν χαμηλότερες σχολικές επιδόσεις απ’ ότι οι συνομήλικοί τους.  Έχουν μεγαλύτερο κίνδυνο αποβολών στο γυμνάσιο και διακόπτουν συχνότερα το σχολείο.

 Πώς αντιμετωπίζεται το υπερκινητικό σύνδρομο;

Για να γίνει δυνατή η θεραπευτική αντιμετώπιση προέχει η αναγνώριση των συμπτωμάτων της υπερκινητικής διαταραχής από γονείς και δασκάλους. Η κλινική εκτίμηση του παιδιού απαιτεί την εξέτασή του περισσότερο από μια φορά.  Η υπερκινητική συμπτωματολογία μπορεί να μην είναι σταθερή και να ποικίλει αναλόγως το περιβάλλοντος.  Πρέπει επίσης, να εκτιμηθεί η ικανότητα του παιδιού να συγκεντρώνεται και να επιμένει σε κάποια προσπάθεια, η κοινωνική του αναστολή και συναισθήματα άγχους που μπορεί να συνυπάρχουν.

Η θεραπευτική προσέγγιση, όταν η διάγνωση του υπερκινητικού συνδρόμου τεθεί με βεβαιότητα, απευθύνεται τόσο στο περιβάλλον (γονείς, δασκάλους) όσο και στο ίδιο το παιδί.

Η συμβουλευτική γονέων σκοπό έχει να πληροφορήσει τους γονείς για το είδος του προβλήματος και να τους βοηθήσει να βρουν τρόπους για να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα της καθημερινής ζωής με το υπερκινητικό παιδί.  Αποφασιστικής σημασίας για την εξέλιξη της διαταραχής είναι η καταλληλότητα του εκπαιδευτικού πλαισίου.  Σταθερό, δομημένο αλλά ευέλικτο εκπαιδευτικό πλαίσιο με ατομική προσέγγιση για το κάθε παιδί, προσφέρει δυνατότητες βελτίωσης της συμπτωματολογίας και αποφυγής της σχολικής αποτυχίας.

Προγράμματα τροποποίησης της συμπεριφοράς στηριζόμενα στη συμπεριφερολογική θεωρία μπορούν να γίνουν είτε στο σχολείο είτε στο σπίτι.  Το παιδί αναλαμβάνει καθήκοντα που βαθμιαία απαιτούν όλο και μεγαλύτερη συγκέντρωση προσοχής.  Επιβραβεύεται όταν έχει την αναμενόμενη  συμπεριφορά ενώ η ακατάλληλη συμπεριφορά αγνοείται. Η θεραπεία οδηγεί το παιδί να διαμορφώσει το δικό του τρόπο επίλυσης των προβλημάτων και να αποκτήσει αυτοέλεγχο.  Τα παιδιά επιτυγχάνουν έτσι να βελτιώσουν την αυτοεκτίμησή τους.

 Στις βαρύτερες περιπτώσεις και όταν οι ανωτέρω θεραπευτικές προσεγγίσεις αποδειχθούν ανεπαρκείς, προτείνεται φαρμακοθεραπεία. Λόγω των παρενεργειών πρέπει να γίνεται προσεκτική εκτίμηση των περιπτώσεων που θα χορηγηθεί φαρμακευτική αγωγή. Η συμφωνία των γονέων είναι σημαντικός παράγοντας και επιτρέπει τον έλεγχο για την εξέλιξη της θεραπείας.

Σχετικά άρθρα