Τι κάνει τους διάσημους τόσο νάρκισσους;

“Οι ηθοποιοί, επειδή αυτή είναι η δουλειά τους, μπορούν να γίνουν πολύ παθιασμένοι με τον εαυτό τους” Η Kristen Bell το έλεγε, για την ταινία της “Ξεχνώντας τη Sarah Marshall”, πως απλώς κοίταξε στα βάθη των χαρακτηριστικών της προσωπικότητάς της που ήταν πιο δύσκολο να τα παραδεχτεί ή που ήταν πιο εύθραυστα ή κακά, και είδε το τι μπορεί να γίνει μια ηθοποιός, αν της δοθεί αυτή η ματαιοδοξία. Αυτό που ο καθένας μπορεί να δει μέσα του. Αλλά ιδίως οι ηθοποιοί, λόγω της καριέρας τους, μπορεί να γίνουν πιο παθιασμένοι με τον εαυτό τους. Και αυτό μπορεί να γίνει πολύ κωμικό, υποστηρίζει.

Γράφει η εκπαιδευτική συμβουλευτική ψυχολόγος, Δρ Καλλιόπη Εμμανουηλίδου

“Ο ναρκισσισμός είναι μέρος της προσωπικότητάς μου”. Όταν ο Μπεν Άφλεκ ρωτήθηκε για τον ναρκισσισμό και για το να είσαι ηθοποιός, παραδέχτηκε: “είναι θα έλεγα το μόνο χαρακτηριστικό που ενώνει όλο τον κόσμο στη βιομηχανία του θεάματος, είτε είσαι ηθοποιός, παραγωγός ή σκηνοθέτης ή στέλεχος σε εταιρεία παραγωγής. Θέλεις οι άνθρωποι να σε κοιτάνε και να σε αγαπάνε και να σου λένε ότι είσαι υπέροχος”. “Αλλά”, συνεχίζει, “είναι ένας εφιάλτης. Ο ναρκισσισμός είναι το κομμάτι της προσωπικότητάς μου για το οποίο δε νιώθω καθόλου περήφανος και σίγουρα δε θέλω να τονίζεται σε όποιον γνωρίζω”.

Η Sarah Silverman σχολίασε σε μια συνέντευξη για το πώς ανακάλυψε τα γραπτά της ψυχολόγου Alice Miller. “Υπάρχει ένα βιβλίο που λέγεται ‘το δράμα του χαρισματικού παιδιού’ και μου το έδωσε η αδερφήμου και σκεφτόμουν ότι είναι απίστευτο, για μένα γράφει. Ταυτίστηκα πολύ με αυτό. Έπειτα ρώτησα μια φίλη μου αν το έχει διαβάσει και μου είπε ότι αυτή η ψυχολόγος αρχικά είχε ονομάσει το βιβλίο ‘Το δράμα του παιδιού-νάρκισσου’ αλλά ήξερε ότι κανένας δε θα το αγόραζε με αυτόν τον τίτλο. Ήταν πολύ αστείο αλλά και λίγο ντροπιαστικό”.

Η ψυχολογία του ναρκισσισμού
Τι είναι όμως ο ναρκισσισμός; Βασικά αφορά το να έχει κανείς παθολογική εμμονή με τον εαυτό του, να βάζει πρώτα τις δικές του ανάγκες, να έχει πολύ χαμηλή ενσυναίσθηση ή εκτίμηση για τις ανάγκες των άλλων ανθρώπων, κτλ. Αλλά τι μπορεί να κάνει κάποιον να λειτουργεί έτσι;

Η Alice Miller γράφει στο Δράμα του Χαρισματικού Παιδιού ότι τραύματα στην παιδική ηλικία μπορεί να οδηγούν σε μια συναισθηματική ζωή στην ενήλικη ζωή που μπορεί να συμπεριλαμβάνει τέτοιες συμπεριφορές. Σχετικά με τη λέξη “χαρισματικός”, η ίδια εξηγεί: δεν είχα κατά νου ούτε τα παιδιά που παίρνουν καλούς βαθμούς στο σχολείο ούτε αυτά που έχουν κάποιο ξεχωριστό ταλέντο. Απλώς εννούσα όλους εμάς που έχουμε επιβιώσει από μια παιδική ηλικία που μας έκανε κακό, χάρη σε μια ικανότητα να προσαρμοζόμαστε ακόμα και στην πιο ανείπωτη σκληρότητα, μουδιάζοντας τα συναισθήματά μας…Χωρίς αυτό το ‘χάρισμα’ που μας δίνει η φύση, δε θα είχαμε επιβιώσει”.

Γράφει στο βιβλίο της: “αν το σκεφτούμε λίγο, καταλαβαίνουμε πόσο αδιανόητο είναι τελικά να αγαπάς τους άλλους- όχι απλώς να τους χρειάζεσαι, αλλά να τους αγαπάς- αν δεν αγαπήσεις τον ίδιο σου τον εαυτό όπως ακριβώς είσαι. Και πώς μπορείς να το κάνεις αυτό όταν, από το ίδιο το ξεκίνημα της ζωής σου, δεν είχες την ευκαιρία να βιώσεις τα πραγματικά σου συναισθήματα και να μάθεις τον εαυτό σου; Για τους περισσότερους ευαίσθητους ανθρώπους, ο πραγματικός εαυτός παραμένει κρυμμένος πολύ καλά και βαθιά. Αλλά πώς μπορείς να αγαπήσεις κάτι που δε γνωρίζεις, κάτι που δεν αγαπήθηκε ποτέ; Έτσι, ένα χαρισματικό άτομο ζει χωρίς να γνωρίζει τον πραγματικό του εαυτό. Τέτοιοι άνθρωποι αγαπούν έναν εξιδανικευμένο, προσαρμοσμένο, ψευδή εαυτό. Θα αποφεύγουν τον κρυμμένο και χαμένο τους πραγματικό εαυτό, εκτός αν έρθει μια κατάθλιψη και τους φέρει αντιμέτωπους με την απώλεια αυτού του εαυτού ή αν μια ψύχωση τους φέρει αντιμέτωπους απότομα με αυτόν τον πραγματικό εαυτό. Σε μια τέτοια περίπτωση, θα πρέπει τώρα να τον γνωρίσουν, σαν έναν απειλητικό ξένο.

Η Μiller λέει ότι κοιτόντας τις απαρχές αυτής της απώλειας του εαυτού σε αυτό το βιβλίο, προτίμησε να μη χρησιμοποιήσεο τον όρο “ναρκισσισμός”. “Ωστόσο, στις κλινικές μου περιγραφές”, προσθέτει, “αναφέρομαι περιστασιακά στον υγιή ναρκισσισμό και περιγράφω την ιδανική περίπτωση κατά την οποία ένα άτομο που είναι αυθεντικά ζωντανό, με ελεύθερη πρόσβαση στον πραγματικό εαυτό και στα πραγματικά του συναισθήματα. Αυτό το φέρνω σε αντίθεση με τις ναρκισσιστικές διαταραχές, με τη μοναχική φυλάκιση του πραγματικού εαυτού μέσα σε μια φυλακή ενός ψευδούς εαυτού. Αυτό το βλέπω περισσότερο σαν μια αρρώστεια παρά σαν μια τραγωδία και στόχος μου σε αυτό το βιβλίο είναι να ξεφύγουμε από την επικριτική ορολογία που απομονώνει τους ανθρώπους και προκαλεί ρατσισμό εναντίον τους”.

Διασημότητες και ναρκισσισμός

Στο άρθρο του “Ο νάρκισσος χωρίς μάσκες”, ο Benedict Careyπεριγράφει τα χαρακτηριστικά που αφορούν πολλούς διάσημους στη βιομηχανία του θεάματος αλλά και σε άλλα επαγγέλματα. “Έχουν τον πιο καταπληκτικό γυμναστή της πόλης, τον καλύτερο δικηγόρο, τον καλύτερο μηχανικό για την BMW τους, και κάνουν ό,τι μπορούν για να το ξέρει και ο κόσμος. Είναι αρκετά γοητευτικοί, για να ελκύουν φίλους, συνεργάτες και εραστές, για να τους παρατήσουν μόλις βρούνε κάτι άλλο. Χρειάζονται να έχουν το καλύτερο τραπέζι, τη μερίδα του λέοντος σε μια συζήτηση και να εμφανίζονται πρώτοι στη μαρκίζα. Αν και γνωρίζουν κάθε κοινωνικό επίπεδο, αυτά τα παγόνια νιώθουν πολύ άνετα στην Νότια Καλιφόρνια. Στο ζεστό φως του ήλιου και της διασημότητας, η συμπεριφορά τους μπορεί να είναι διασκεδαστική, ακόμα και να επικροτείται, και συνήθως είναι σχετικά αβλαβής.

Ωστόσο, μερικοί από αυτούς τους ανθρώπους που φαίνονται να έχουν πολύ υψηλή αυτοπεποίθηση, στην πραγματικότητα βρίσκονται σε ψυχολογικό κίνδυνο, υποφέροντας από αυτό που οι ψυχίατροι αποκαλούν ναρκισσιστική διαταραχή της προσωπικότητας και που είναι μια από τις πιο αυτοκαταστροφικές και δύσκολες στη θεραπεία διαταραχές στο λεξικό της ψυχικής διαταραχής. Αντίθετα με τον Νάρκισσο στον αρχαίο ελληνικό μύθο, ο οποίος γοητεύτηκε από την ίδια του την αντανάκλαση στο νερό, οι ερευνητές λένε ότι περίπου 1 εκατομμύριο Αμερικανοί με αυτή τη διαταραχή προσωπικότητας δε συμπεριφέρονται έτσι επειδή αγαπούν τον εαυτό τους αλλά επειδή τον μισούν. Φοβούνται την αποτυχία και δεν μπορούν να αντέξουν το συναισθηματικό κόστος της αποτυχίας, δηλαδή την ντροπή. Εκατομμύρια άλλοι άνθρωποι θεωρείται ότι έχουν ναρκισσιστικές τάσεις που δημιουργούνται από παρόμοιες αλλά λιγότερο έντονες φοβίες. Πρόσφατες έρευνες δείχνουν ότι αυτό το άγχος αναπτύσσεται στα πρώτα χρόνια της παιδική ηλικίας και ότι η ψυχοθεραπεία μπορεί να βοηθήσει στην αντιμετώπισή του.

Η φήμη και η ισχύς ενισχύουν τον ναρκισσισμό;

Μια άλλη προσέγγιση προσφέρει ο συγγραφέας Stephen Sherrill στο άρθρο του “Επίκτητος περιστασιακός ναρκισσισμός” στην εφημερίδα New York Times. “Γνωρίζουμε όλοι ότι οι σταρ του κινηματογράφου, οι επαγγελματίες αθλητές, οι πλούσιοι και οι πολιτικοί συχνά φέρονται απαίσια”, γράφει, “αλλά ο Robert B. Millman, καθηγητής ψυχιατρικής στην Ιατρική Σχολή του πανεπιστημίου Cornell και ιατρικός σύμβουλος στην α’ εθνική του baseball, πιστεύει ότι γνωρίζει το λόγο. Η αιτία, υποστηρίζει, είναι ο επίκτητος περιστασιακός ναρκισσισμός, μια ψυχολογική δυσλειτουργία που ήταν ο πρώτος που την εντόπισε και που επεξεργάζεται θεραπευτικά με τους διάσημους ασθενείς του. Ο Sherrill εξηγεί: “οι άνθρωποι που επιδιώκουν να γίνουν αστέρες τείνουν να είναι πιο ναρκισσιστές από τους υπόλοιπους, αλλά δεν αναπτύσσουν μια πλήρη και πραγματική ναρκισσιστική διαταραχή της προσωπικότητας, μέχρι που πραγματικά αρχίζουν να έχουν επιτυχίες: τον πρώτο πλατινένιο δίσκο, την πρώτη εμφάνιση σε μια στήλη του περιοδικού Vanity Fair, το πρώτο φλερτ με την Winona Ryder”.

Δεν πρόκειται για τρέλα απαραίτητα

Αυτές οι ναρκισσιστικές τάσεις δε σημαίνουν ότι κανείς είναι τρελός ή ότι χρειάζεται απαραίτητα ψυχοθεραπεία. Αλλά μπορεί να βοηθήσει τη συναισθηματική μας ανάπτυξη και τη δύναμή μας ως δημιουργικών ανθρώπων στο να έχουμε καλύτερη επίγνωση του πώς λειτουργούμε και να αλλάξουμε ό,τι δεν μας βοηθά. Ο Ρίτσαρντ Γκηρ μια φορά σχολίασε: “όσο πιο πολύ μεγαλώνω, τόσο λιγότερο γίνομαι εκείνο το εγωκεντρικό πράγμα που έχει τάσεις προς θυμό και προς μίσος και όλα τα συναφή. Το κόλπο είναι να δίνεις χώρο στο εγώ σου, οπότε, ό,τι αξίζει μέσα σε σένα, σε μένα, στον οποιονδήποτε, να μπορεί να βγει στην επιφάνεια. Η δουλειά του δημιουργικού ανθρώπου είναι να φεύγει από τη μέση”.

Η αυτοεκτίμηση του εγώ
Ο συγγραφέας  Eckhart Tolle υποστηρίζει ότι υπάρχουν δύο είδη αυτοεκτίμησης: “πρώτα έχουμε την αυτοεκτίμηση του εγώ. Ακόμα και αν έχεις υψηλή αυτοεκτίμηση του εγώ σου, πάντα κρύβεται πίσω από αυτήν ένας φόβος. Αυτή αναπτύσσεται για να σε ισορροπήσει, απέναντι στο φόβο που νιώθεις ότι δεν είσαι αρκετά καλός ή ότι ίσως αποτυγχάνεις. Οπότε χρειάζεται να παριστάνεις τον μεγάλο, για να αναπληρώνεται ο ενδόμυχος φόβος. Όμως ο κόσμος βλέπει αυτόν τον άνθρωπο ως κάποιον με αυτοεκτίμηση. Αλλά δεν καταλαβάινουν ότι αυτή η αυτοεκτίμηση δεν είναι πραγματική. Η πραγματική αυτοεκτίμηση είναι βαθύτερη. Είναι το να βρεις την πηγή της δύναμης και της ζωτικότητας βαθιά μέσα σου.

Η ηθοποιός Vera Farmiga προειδοποιεί: “η βιομηχανία αυτή είναι σκληρή, είναι πολύ σκληρή. Αλλά πρέπει πάντα να ελέγχεις αν το εγώ σου μπαίνει στη μέση”.

Σχετικά άρθρα