Ουρηθρίτιδα: Όταν πονάμε και δυσκολευόμαστε στην ούρηση

<p style="text-align: justify;"><span style="font-size: small;">Το άρθρο επιμελήθηκε ο <strong>Θ.Παλλαντζάς</strong>, Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος, συνεργάτης του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών:</span></p>
<p style="text-align: justify;"><span style="font-size: small;">Η <strong>ουρηθρίτιδα </strong> είναι η φλεγμονή και το οίδημα της ουρήθρας, του στενού δηλαδή σωλήνα που μεταφέρει τα ούρα που βρίσκονται στην ουροδόχο κύστη έξω από το σώμα. Προκαλείται είτε από κάποιο βακτήριο, ή από κάποιον ιό και ταξινομείται ως γονοκοκκική ουρηθρίτιδα όταν προκαλείται από τη ναϊσσέρια της γοννόροιας, ή ως μη γονοκοκκική ουρηθρίτιδα στην περίπτωση που προκαλείται από τριχομονάδες, ένα από τα πιο κοινά σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα που πλήττει τόσο τους άνδρες, όσο και τις γυναίκες. Οι πιο συχνοί ιοί που προκαλούν ουρηθρίτιδα είναι ο ιός του έρπητα και ο κυτταρομεγαλοϊός. Το βασικό σύμπτωμα της φλεγμονής είναι η δυσκολία και ο πόνος κατά την ούρηση και η θεραπευτική της αντιμετώπιση περιλαμβάνει συνήθως τη χορήγηση αντιβιοτικών. </span></p>
<p style="text-align: justify;"><span style="font-size: small;">Σε γενικές γραμμές η πλειοψηφία των περιπτώσεων ουρηθρίτιδας οφείλονται σε λοίμωξη από βακτήρια που εισέρχονται στην ουρήθρα. Στα βακτηρία αυτά περιλαμβάνονται η E.coli, ο γονόκοκκος και τα χλαμύδια. Άλλες αιτίες που μπορεί να προκαλέσουν ουρηθρίτιδα  είναι ο ιός του έρπητα, το σύνδρομο Reiter, οι αδενοϊοί, ο κυτταρομαγαλοϊός, το μυκόπλασμα των γεννητικών οργάνων, το ουρεόπλασμα και οι τριχομονάδες.</span></p>
<p style="text-align: justify;"><span style="font-size: small;">Παράλληλα, η ουρηθρίτιδα μπορεί επίσης να προκληθεί από κάποιο τραυματισμό, η από ευαισθησία στα χημικά συστατικά, τα οποία περιέχονται συχνά σε τζελ, κρέμες , ή αφρούς που χρησιμοποιούνται στην ουρογεννητική περιοχή, καθώς και σε σπερματοκτόνα προϊόντα.</span></p>
<p style="text-align: justify;"><span style="font-size: small;">Οι παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης της ουρηθρίτιδας είναι ο μεγάλος αριθμός σεξουαλικών συντρόφων, το ιστορικό σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων και η υιοθέτηση επικίνδυνων σεξουαλικά συμπεριφορών. Σύμφωνα μάλιστα με μια πρόσφατη δημοσίευση σε έγκυρο επιστημονικό περιοδικό, το στοματικό σεξ μπορεί να αποτελέσει σοβαρό παράγοντα κινδύνου για την εμφάνιση μη γονοκοκκικής ουρηθρίτιδας.</span></p>
<p style="text-align: justify;"><span style="font-size: small;">Στους άνδρες, τα συμπτώματα της ουρηθρίτιδας περιλαμβάνουν την παρουσία αίματος στα ούρα, ή το σπέρμα, επώδυνη εκσπερμάτιση, μη φυσιολογική έκκριση από το πέος, αίσθημα καύσου κατά την ούρηση, κνησμό και λιγότερο συχνά πυρετό.</span></p>
<p style="text-align: justify;"><span style="font-size: small;">Οι γυναίκες εμφανίζουν κολπική έκκριση, πυελική δυσφορία, πυρετό και ρίγος, πόνο στο στομάχι και κνησμό.</span></p>
<p style="text-align: justify;"><span style="font-size: small;">Η διάγνωση στους άνδρες ασθενείς, τυπικά περιλαμβάνει την εξέταση του υπογάστριου, του όσχεου, του πέους και της ουροδόχου κύστης για κάθε ενδεχόμενη διόγκωση, ή ‘έκκριση. Ο ιατρός μπορεί να ανοίξει το ουρηθρικό στόμιο, έτσι ώστε να ελέγξει για τυχόν ανωμαλίες, ενώ συχνά συλλέγεται ‘έκκριμα με τη βοήθεια μιας ειδικής μπατονέτας που τοποθετείται μέσα στην ουρήθρα, με σκοπό να εξεταστεί μικροσκοπικά.</span></p>
<p style="text-align: justify;"><span style="font-size: small;">Οι γυναίκες συνήθως υποβάλλονται σε εξετάσεις της πυέλου και του υπογαστρίου, καθώς και σε εξέταση των κολπικών εκκρίσεων. Ο ιατρός είναι πιθανό να ζητήσει κυστεοσκόπηση, μια εξέταση κατά την οποία τοποθετείται μέσα στην ουροδόχο κύστη ένας μικρός σωλήνας με μια κάμερα στην άκρη του.</span></p>
<p style="text-align: justify;"><span style="font-size: small;">Οι επαγγελματίες υγείας μπορεί να ζητήσουν επίσης εξέταση αίματος, ούρων, μέτρηση της C αντιδρώσας πρωτεΐνης, έλεγχο για σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, καθώς και για τις γυναίκες μόνο, υπερηχογράφημα της πυέλου.</span></p>
<p style="text-align: justify;"><span style="font-size: small;">Τα φάρμακα που χορηγούνται έχουν σκοπό την αντιμετώπιση της βασικής αιτίας της ουρηθρίτιδας, καθώς και την πρόληψη εξάπλωσης. Εάν η μόλυνση οφείλεται σε βακτήριο είναι απαραίτητη η συνταγογράφηση αντιβιοτικών. Τα φάρμακα που συνταγογραφούνται πιο συχνά για την αντιμετώπιση της ουρηθρήτιδας είναι η δοξυκυκλίνη, η αζιθρομυσίνη, η λεβοφλοξασίνη, η τινιδαζόλη, η ερυθρομυκίνη και η μετρονιδαζόλη.</span></p>
<p style="text-align: justify;"><span style="font-size: small;">Για την αντιμετώπιση του πόνου μπορεί επίσης σε κάποιους ασθενείς να χορηγηθούν μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη. Η φαιναζοπυριδίνη, για παράδειγμα, είναι πολύ αποτελεσματική στην αντιμετώπιση του πόνου, του καύσου, της συχνοουρίας και της επείγουσας ανάγκης για ούρηση.</span></p>
<p style="text-align: justify;"><span style="font-size: small;">Για τη πρόληψη της ουρηθρίτιδας είναι σημαντική η αποφυγή της επικίνδυνης σεξουαλικής δραστηριότητας και της χρήσης χημικών που μπορούν να ερεθίσουν την ουρήθρα, καθώς και η διατήρηση μιας καλής προσωπικής υγιεινής.</span></p>

Σχετικά άρθρα