Ποια ταινία να δω αυτό το Σαββατοκύριακο;

<div class="head">
<h1 style="text-align: justify;"><span style="font-size: small;">Ποιες ταινίες αξίζει να δούμε αυτό το Σαββατοκύριακο; Ο κριτικός κινηματογράφου Χρήστος Μήτσης, από το περιοδικό "Αθηνόραμα" αξιολογεί τις καινούργιες κυκλοφορίες.</span></h1>
<p><span style="font-size: small;"><img src="/contentfiles/photos/theamata/mitsis.jpg" alt="" width="88" height="88" /></span></p>
<p><span style="font-size: small;"><br /></span></p>
<h1 style="text-align: justify;"><span style="font-size: small;">Γελαστός Πρίγκιπας </span></h1>
</div>
<p id="firma" style="text-align: justify;">Δυο υπάλληλοι της οδοποιίας περνούν το καλοκαίρι του 1988 σηματοδοτώντας έναν επαρχιακό δρόμο του Τέξας και αναπτύσσοντας μια σχέση ιδιαίτερης φιλίας. Road movie χαρακτήρων πάνω στη μοναξιά, την αφοσίωση και την ενηλικίωση, βραβευμένο με Αργυρή Άρκτο σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ Βερολίνου.</p>
<div id="ctl00_ctl00_Stiles_Main_uc_Articles_uc_Articles_Simple_rptParaGraphs_ctl01_PnlImage">
<div class="imgcontainer"><img src="http://lmnts.athinorama.gr/lmnts/articles/1001909/14.jpg" alt=" " />
<div class="lezada"> </div>
</div>
</div>
<p style="text-align: justify;">Ο Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν είναι μια ιδιάζουσα σκηνοθετική περίπτωση, αν και χαρακτηριστική της σχιζοφρενικής (ή από μια άλλη άποψη ακομπλεξάριστης ) φύσης του αμερικανικού σινεμά. Ξεκίνησε την καριέρα του με το αριστουργηματικά χαμηλότονο αγροτικό δράμα «George Washington». με το βραβευμένο στο Σάντανς «Όλα τα Αληθινά Κορίτσια», το «Κύμα Οργής» («Undertow» ) και το «Snow Angels» εξελίχτηκε σε έναν από τους πλέον ταλαντούχους ανεξάρτητους δημιουργούς της προηγούμενης δεκαετίας. <br />Το 2008 όμως άλλαξε απότομα καλλιτεχνική ρότα και από τα ατμοσφαιρικά, λυρικά δράματα πέρασε στην εμπορικά επιτυχημένη μαστουρο-κωμωδία «Pineapple Express» της ομάδας του Τζαντ Άπατοου («Παρθένος Ετών 40» ), κατόπιν στο ανάλογου ύφους, αλλά… ξέφρενα αποτυχημένο «Your Highness» και τέλος στο «Sitter», άλλη μία αμήχανη­ κωμωδία με τον Τζόνα Χιλ ως μπεϊ­μπισίτερ. Εξίσου απότομα, ο Ντέιβιντ Γκόρντον Γκριν επέστρεψε φέτος στα παλιά του κινηματογραφικά λημέρια, και μάλιστα με δύο ανεξάρτητες ταινίες –το «Joe» με τον Νίκολας Κέιτζ απέσπασε το βραβείο ερμηνείας (Τάι Σέρινταν ) στο Φεστιβάλ Βενετίας–, στις οποίες εκτός από τη σκηνοθεσία υπογράφει τόσο το σενάριο (κάτι που είχε να κάνει από το «Snow Angels» ) όσο και την παραγωγή. <br />Γυρισμένο στο προστατευμένο πάρκο του Μπάστροπ στο Τέξας, ο «Γελαστός Πρίγκιπας» είναι ένα ελεύθερο ριμέικ της ισλανδικής ταινίας του Χάφστεϊν Γκούναρ Σίγκουρντ­σον «Either Way» (2011 ). Σε αυτήν ο Γκριν βρίσκει την κεντρική ιδέα της παράξενης, γεμάτης συγκρούσεις φιλίας δύο διαφορετικών αντρών στη μέση της άγριας φύσης, ένα τοπίο το οποίο ανέκαθεν τον συναρπάζει και ο ίδιος αξιοποιεί ευρηματικά. Εδώ πρόκειται για το ορεινό, δασώδες Τέξας, το οποίο έχει καεί από τη μεγάλη (υποτιθέμενη ) πυρκαγιά του 1987. Είναι ένα τοπίο καταστροφής αλλά και αναγέννησης, στην καρδιά­ του οποίου δύο υπάλληλοι της οδοποιίας περνούν το καλοκαίρι του 1988 βάζοντας πασσάλους στην άκρη του επαρχιακού δρόμου και χαράζοντας την κίτρινη γραμμή στη μέση του οδοστρώματος. Πρόκειται για τον εσωστρεφή, μεθοδικό και αυστηρό Άλβιν και τον αδερφό της κοπελιάς του Λανς, έναν χαλαρό και ανυπόμονο 25άρη. <br />Οι δυο τους δουλεύουν συντονισμένα και ανακαλύπτουν πράγματα ο ένας για τον άλλον, δένονται συναισθηματικά και τσακώνονται άγρια σε ένα buddy movie on the road, γραμμένο με απέριττο ρεαλισμό και σκηνοθετημένο με ειλικρινή απλότητα. Ο Γκριν, χωρίς να πρωτοτυπεί στην ψυχολογική εμβάθυνση των χαρακτήρων, δεν εκβιάζει συναισθηματικά, χρησιμοποιεί το επιβλητικό φυσικό φόντο ως τρίτο πρωταγωνιστή-καταλύτης και μένει προσηλωμένος σε δύο μη ενηλικιωμένους ενήλικους που προσπαθούν να προσανατολιστούν σε έναν έρημο όσο και απειλητικό, γοητευτικό μα και ακατανόητο κόσμο (στον οποίο κυκλοφορούν μέχρι και… φαντάσματα ). Μαζί με τους ήρωές του (ξανα )βρίσκει και αυτός το σωστό κινηματογραφικό του δρόμο. <br /><br /><strong><em>ΗΠΑ. 2013. Διάρκεια: 94΄. Διανομή: AMA FILMS.</em></strong></p>
<div class="head">
<h1 style="text-align: justify;">Αγνωσία <span class="stars15h stars15h4">αστεράκια</span></h1>
<h1 style="text-align: justify;"><span style="font-size: 10px;">Στη Βαρκελώνη του τέλους του 19ου αιώνα, μια κοπέλα που πάσχει από τη σπάνια νευροψυχολογική ασθένεια της αγνωσίας γίνεται αντικείμενο ενός ανώδυνου φαινομενικά πειράματος, το οποίο κρύβει ωστόσο επικίνδυνα και πανάκριβα μυστικά. Ατμοσφαιρικό, αλλά και άσφαιρο θρίλερ της ισπανικής σχολής τρόμου, το οποίο προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στο υποβλητικό στιλ και τις μελοδραματικές ευκολίες.</span><span style="font-size: 1.17em;"> </span></h1>
</div>
<div id="ctl00_ctl00_Stiles_Main_uc_Articles_uc_Articles_Simple_rptParaGraphs_ctl01_PnlImage">
<div class="imgcontainer"><img src="http://lmnts.athinorama.gr/lmnts/articles/1001916/poster.jpg" alt=" " />
<div class="lezada"> </div>
</div>
</div>
<p style="text-align: justify;">Η αγνωσία, ως πάθηση, είναι η ανικανότητα αναγνώρισης διαφόρων ερεθισμάτων λόγω εγκεφαλικών βλαβών, μια ασθένεια η οποία προσβάλλει τη μικρή Ζοάνα, κόρη ενός κατασκευαστή φακών με μια πατέντα την οποία ζητά απεγνωσμένα να αποκτήσει μια έμπορος όπλων. Λίγο πριν από το τέλος του 19ου αιώνα η ενήλικη πλέον Ζοάνα, αρραβωνιασμένη με τον απόμακρο Κάρλες, είναι έτοιμη μετά το θάνατο του πατέρα της να γίνει αντικείμενο ενός παράξενου πειράματος, το οποίο μπορεί να τη θεραπεύσει. <br />Μια επικίνδυνη συνωμοσία και μια παράξενη ερωτική ιστορία που εξελίσσονται παράλληλα θα διασταυρωθούν στο σκοτεινό, απομονωμένο δωμάτιο της Ζοάνα και στο ρομαντικό gothic θρίλερ του φιλόδοξου Εουχένιο Μίρα, ο οποίος βάζει στη μασχάλη του περισσότερα καρπούζια απ’ όσα μπορεί να κρατήσει. Η απειλητική ατμόσφαιρα, σήμα κατατεθέν της υποβλητικής ισπανικής σχολής τρόμου, είναι πειστική, όχι όμως και το παραφορτωμένο, σε κάποιες στιγμές τραβηγμένο από τα μαλλιά σενάριο, που απλώνεται από το καταδικασμένο ρομάντζο μέχρι την οικονομικοπολιτική αλληγορία και από το αγωνιώδες ψυχογράφημα μέχρι το ξεπερασμένο, βαρύ μελόδραμα. <br /><br /><strong><em>Ισπανία. 2010. Διάρκεια: 105΄. Διανομή: VIDEORAMA FILMS.</em></strong></p>
<h1>Ψυχρά και Ανάποδα </h1>
<p style="text-align: justify;"><strong><em><br /></em></strong></p>
<p style="text-align: justify;">Οι μαγικές ικανότητες της νεαρής βασίλισσας Έλσα γίνονται ανεξέλεγκτες και παγώνουν ολόκληρο το βασίλειο της Άρεντελ. Εκείνη αποσύρεται απογοητευμένη στα βουνά, αλλά η αδελφή της Άννα μαζί με τον πωλητή πάγου Κριστόφ και τον ομιλούντα χιονάνθρωπο Όλαφ ξεκινούν να τη βρουν και να λύσουν τα μάγια. Τρισδιάστατη μεταφορά της «Βασίλισσας του χιονιού» του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν με την κλασική συνταγή της Disney να στοχεύει περισσότερο στο νεανικό γυναικείο κοινό.</p>
<div id="ctl00_ctl00_Stiles_Main_uc_Articles_uc_Articles_Simple_rptParaGraphs_ctl01_PnlImage">
<div class="imgcontainer"><img src="http://lmnts.athinorama.gr/lmnts/articles/1001929/Sven_Trailer_Frame.jpg" alt=" " />
<div class="lezada"> </div>
</div>
</div>
<p style="text-align: justify;">Μετά τη θεαματική αναγέννησή του κατά τη δεκαετία του ’90, το στούντιο της Disney Animation είχε παραδώσει στη νέα χιλιετία την πρωτοκαθεδρία του κινουμένου σχεδίου στη συνεργαζόμενη Pixar – μέχρι που τα πρόσφατα «Μαλλιά Κουβάρια» και «Ραλφ: Η Επόμενη Πίστα» την ξανάβαλαν για τα καλά στο παιχνίδι. <br />Με μια πιο κλασική συνταγή, η οποία εικαστικά δεν απομακρύνεται πολύ από το παραδοσιακό σκίτσο, διατηρεί τα μουσικοχορευτικά στοιχεία και αγαπά σταθερά το παραμύθι, διασκευάζει τώρα τη «Βασίλισσα του χιονιού» του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν ελαφραίνοντας το σκοτεινό κλίμα της και διανθίζοντάς τη με το απαραίτητο χιούμορ.<br />Έτσι, όταν οι μαγικές ικανότητες της νεαρής βασίλισσας Έλσα βγαίνουν εκτός ελέγχου, παγωνιά απλώνεται σε όλο το βασίλειο της Άρεντελ. Εκείνη αποσύρεται απογοητευμένη στα βουνά, αλλά η αδερφή της Άννα μαζί με τον πωλητή πάγου Κριστόφ και τον ομιλούντα χιονάνθρωπο Όλαφ ξεκινούν να τη βρουν και να λύσουν τα μάγια. Χωρίς απρόοπτα, με λειτουργικό 3D και μια straight αφηγηματική διάθεση, η στοχευμένη στο νεανικό γυναικείο κοινό περιπέτειά τους ολοκληρώνεται προβλέψιμα κι ευχάριστα, χωρίς να γράφει animation ιστορία.</p>
<p style="text-align: justify;">ΗΠΑ. 2013. Διάρκεια: 108΄. Διανομή: FEELGOOD ENT.</p>
<div class="head">
<h1 style="text-align: justify;">Ο Μπάτλερ </h1>
</div>
<p style="text-align: justify;">Η διαρκής μάχη για τα πολιτικά δικαιώματα των Αφροαμερικανών και η επιρροή της στην οικογενειακή ζωή του Σέσιλ Γκέινς, ο οποίος υπηρέτησε στον Λευκό Οίκο ως μπάτλερ οκτώ διαφορετικών προέδρων, από τον Αϊζενχάουερ ως τον Ρίγκαν. Ένας μελοδραματικός και αρκετά σχηματικός all star cast Αφροαμερικανός Φόρεστ Γκαμπ.</p>
<div id="ctl00_ctl00_Stiles_Main_uc_Articles_uc_Articles_Simple_rptParaGraphs_ctl01_PnlImage">
<div class="imgcontainer"><img src="http://lmnts.athinorama.gr/lmnts/articles/1001926/475_8020_df-13233.jpg" alt=" " />
<div class="lezada"> </div>
</div>
</div>
<p style="text-align: justify;">Ο «Μπάτλερ», βασισμένος σε ένα άρθρο του ρεπόρτερ της «Washington Post» Γουίλ Χέιγκουντ, είναι μια ταινία «φυλετικού» –κατά το σοσιαλιστικού– ρεαλισμού. Εμπνέεται από την αληθινή ιστορία του Γιου­τζίν Άλεν, ενός γεννημένου το 1919 Αφροαμερικανού, ο οποίος το 1952 έπιασε δουλειά ως βοηθητικό προσωπικό στον Λευκό Οίκο, για να μείνει εκεί 34 χρόνια και να υπηρετήσει ως μπάτλερ οκτώ προέδρους, από τον Ντουάιτ Αϊζενχάουερ μέχρι τον Ρόναλντ Ρέιγκαν. Το σενάριο του τηλεοπτικού Ντάνι Στρονγκ αλλάζει το όνομα του πρωταγωνιστή σε Σέσιλ Γκέινς, όπως και κάποια στοιχεία της οικογενειακής του ζωής (ο ένας γιος γίνεται δύο, με εντελώς διαφορετική πορεία από τον αληθινό ), αλλά μένει πιστό σε πολλές λεπτομέρειες της βιογραφίας του Άλεν, που στην ταινία συνδέονται με τον αγώνα των Αφροαμερικανών για πολιτικά δικαιώματα. <br />Απόλυτα στρατευμένο, στο χολιγουντιανό πνεύμα φυσικά, το φιλμ του Λι Ντάνιελς («Μονάκριβη», «The Paperboy» ) είναι στημένο με έναν απλοϊκό, σχηματικό τρόπο ώστε να εξυπηρετεί τα αντιρατσιστικά του μηνύματα, στηριγμένα σε μια παρατακτική αφήγηση ιστορικών γεγονότων (το Little Rock Nine στο Άρκανσο, οι δολοφονίες των Κένεντι και Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, ο πόλεμος του Βιετνάμ ) και μια κλισέ σύγκρουση­ χαρακτήρων: ο Σέσιλ κρατά το ρόλο του παθητικού, συμβιβασμένου Αφροαμερικανού, ο μεγάλος γιος αυτόν του θαρραλέου μαχητή και η μάνα εκείνον του οικογενειακού βράχου, σταθερού –και συμβιβαστικού– σημείου αναφοράς. Οι συγκινητικές στιγμές δεν λείπουν, όπως και μερικές έξυπνες σκηνοθετικές λύσεις (το παράλληλο μοντάζ του σερβιρίσματος ), όμως το μεγαλύτερο μέρος της πλοκής αναπτύσσεται σαν διδακτική τηλεταινία μελοδραματικών κορυφώσεων από την οποία δεν λείπει η τελική κορόνα υπέρ της εκλογής του Μπαράκ Ομπάμα.<br />Ένα σπουδαίο καστ, με επικεφαλής τους Φόρεστ Γουίτακερ και Όπρα Γουίνφρεϊ, υποστηρίζει το εγχείρημα, το οποίο εξελίχτηκε σε ζήτημα τιμής για την κοινότητα των Αφροαμαρικανών (41 παραγωγοί ένωσαν δυνάμεις για να μαζευτούν τα λεφτά ), προωθήθηκε με αγωνιστικό πάθος και θριάμβευσε εμπορικά, ξεπερνώντας τα 115 εκατομμύρια δολάρια σε εισπράξεις. <br /><br /><strong><em>ΗΠΑ. 2013. Διάρκεια: 105΄. Διανομή: VILLAGE FILMS.</em></strong></p>
<p style="text-align: justify;"> </p>
<h1>Oh Boy</h1>
<p style="text-align: justify;">Ένα 24ωρο από τη ζωή του νεαρού Νίκο, ο οποίος έχει εγκαταλείψει τις σπουδές του και περιπλανιέται στο Βερολίνο προσπαθώντας να βάλει σε τάξη τη ζωή και τις σκέψεις του. Σπιρτόζικη και γλυκόπικρη δραμεντί πάνω στις αβεβαιότητες της γενιάς των 20something με φόντο μια μελαγχολικά γοητευτική γερμανική πρωτεύουσα.</p>
<h3> </h3>
<div id="ctl00_ctl00_Stiles_Main_uc_Articles_uc_Articles_Simple_rptParaGraphs_ctl01_PnlImage">
<div class="imgcontainer"><img src="http://lmnts.athinorama.gr/lmnts/articles/1001911/OhBOYpress-photo3.jpg" alt=" " />
<div class="lezada"> </div>
</div>
</div>
<p style="text-align: justify;">Ο γεννημένος το 1978 Γιαν­ Όλε Γκέρστερ περίμενε μια ολόκληρη δεκαετία για να γυρίσει την πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία. Στα 23 του βρέθηκε στο πλατό του «Goodbye Lenin!» ως βοηθός παραγωγής, αλλά τα φιλόδοξα σενάρια που έγραψε μέχρι το «Oh Boy» έμειναν στο συρτάρι. Ώσπου ανακάλυψε τον Νίκο Φίσερ, έναν 25άρη ο οποίος είχε εγκαταλείψει τις σπουδές του και είχε μόλις μετακομίσει σε ένα καινούργιο βερολινέζικο διαμέρισμα προσπαθώντας να βάλει σε τάξη τις σκέψεις και τη ζωή του. Μαζί του ανακάλυψε τη γερμανική πρωτεύουσα ως ένα καινούργιο κινηματογραφικό τοπίο και αποφάσισε να μας αφηγηθεί την ενός 24ώρου, αλλά καθοριστικής σημασίας σχέση τους.<br />Ο Νίκο ξυπνά στο κρεβάτι μιας κοπέλας με την οποία προσπαθεί ευγενικά να κόψει κάθε περαιτέρω επαφή και, αφού προλαβαίνει την τελευταία στιγμή το ραντεβού του με τον ψυχολόγο ο οποίος θα του επιτρέψει (ή όχι ) να πάρει δίπλωμα οδήγησης, περιπλανιέται σε ένα ασπρόμαυρο και μελαγχολικό Βερολίνο αναζητώντας ένα φλιτζάνι καφέ κι έχει μια σειρά προγραμματισμένων αλλά και απρόσμενων συναντήσεων. Κάποιες από αυτές είναι αστείες, άλλες αμήχανες και μερικές απογοητευτικές, με τον Γκέρστερ να προσπαθεί να κρατήσει τον αυθόρμητο ρεαλιστικό τόνο του ανεξάρτητου αμερικανικού σινεμά και την αύρα μιας χαλαρής, βγαλμένης από την καθημερινότητα μελέτης χαρακτήρων. Αν και κάποιοι από τους συνομιλητές του Νίκο μοιάζουν να κουβαλούν μια έτοιμη, προκατασκευασμένη δραματική αποσκευή (ο γείτονας, ο πατέρας, ο μοναχικός πότης ), υπάρχει πολύς Γούντι Άλεν, Τζιμ Τζάρμους και Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ εδώ, υπάρχει μια πάλλουσα χιουμοριστική φλέβα, μια αυτοσαρκαστική ματιά στο γερμανικό παρόν (και παρελθόν ) και μια κινηματογραφική φρεσκάδα που πνέει στους δρόμους ενός απόμακρα οικείου Βερολίνου, τις εικόνες του οποίου συνοδεύει ένα ατμοσφαιρικό­ τζαζ μουσικό σκορ. Και στο κέντρο όλων αυτών φυσικά ο αβέβαιος Νίκο, ιδανικός ήρωας της γενιάς των 20something, έτοιμης να αφήσει την εποχή της αθωότητας πίσω της. <br /><br />Α/Μ. Γερμανία. 2012. Διάρκεια: 83΄. Διανομή: STRADA FILMS.</p>
<h1>Πώς Δενότανε τ’ Ατσάλι</h1>
<p>Την εποχή του ρωσικού εμφυλίου, αμέσως μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση, ο 14χρονος Πάβελ Κορτσάγκιν εντάσσεται στις αντάρτικες ουκρανικές ομάδες και μάχεται κατά των γερμανικών δυνάμεων κατοχής. Ηρωικό έπος σοσιαλιστικού ρεαλισμού, βασισμένο στο διάσημο μυθιστόρημα του Νικολάι Οστρόφσκι.</p>
<h3> </h3>
<div id="ctl00_ctl00_Stiles_Main_uc_Articles_uc_Articles_Simple_rptParaGraphs_ctl01_PnlImage">
<div class="imgcontainer"><img src="http://lmnts.athinorama.gr/lmnts/articles/1001925/steel_0006_0.jpg" alt=" " />
<div class="lezada"> </div>
</div>
</div>
<p>Τ ο ημι-αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα του Νικολάι Οστρόφσκι «Έτσι δέθηκε τ’ ατσάλι» αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα σοβιετικά μπεστ σέλερ της σταλινικής περιόδου κι έξι χρόνια μετά την έκδοσή του μεταφέρθηκε στο σινεμά από τον στιλίστα και «κρατικά εγκεκριμένο» σκηνοθέτη Μαρκ Ντονσκόι («Η Μάνα», «Το Άλογο που Κλαίει» ). Αν και διηγείται τη στράτευση του παρορμητικού 14χρονου Πάβελ Κορτσάγκιν στις αντάρτικες ουκρανικές ομάδες εναντίον των γερμανικών δυνάμεων κατοχής στη διάρκεια του ρωσικού εμφυλίου (1918-22 ), αποτελεί στην ουσία έναν προπαγανδιστικό κινηματογραφικό ύμνο στην αντίσταση των Σοβιετικών απέναντι στις προελαύνουσες τότε στο ανατολικό μέτωπο ναζιστικές ταξιαρχίες. <br />Με προβλήματα παραγωγής (η ταινία ξεκίνησε ως μέρος τριλογίας, τα στούντιο του Κιέβου­ εγκαταλείφθηκαν και τα γυρίσματα μεταφέρθηκαν στο Ασχαμπάντ ) και ­διαρκείς σεναριακές αλλαγές, το φιλμ εκτελεί απλώς το χρέος του ως εθνική παραγγελιά, αποτελώντας ξεπερασμένο πλέον μνημείο σοσιαλιστικού ρεαλισμού, από το οποίο όμως δεν λείπει ο γνωστός ηρωικός λυρισμός της κομψής σοβιετικής σχολής. <br /><br /><strong><em>Α/Μ. Σοβιετική Ένωση. 1942. Διάρκεια: 85΄. Διανομή: NEW STAR.</em></strong></p>
<p style="text-align: justify;"><strong><em><br /></em></strong></p>
<p><strong><em><br /></em></strong></p>

Σχετικά άρθρα