Ο Γιάννης και ο Θανάσης θυμούνται και στέλνουν μήνυμα

Λίγες ώρες για μπάσκετ στο κλειστό του Ζωγράφου. Κι εκεί μια συνέντευξη του Γιάννη και του Θανάση Αντετοκούμπο, για την δική τους Ελλάδα, την Ελλάδα της κρίσης, τα Σεπόλια, το NBA.Αναλυτικά, η συνέντευξη που παραχώρησαν στην ιστσοελίδα andro.gr«Αυτά που μας έδεσαν ως οικογένεια» Γιάννης Αντετοκούνμπο: Η οικογένειά μας ήρθε από τη Νιγηρία στην Ελλάδα το 1990. Εμείς γεννηθήκαμε εδώ, στην Αθήνα. Μεγαλώσαμε σε μια πολύ ήσυχη γειτονιά, στα Σεπόλια, απ’ όπου έχω κρατήσει στη μνήμη μου πολύ όμορφες στιγμές. Ήταν μια περίεργη εποχή. Αν και ζούσαμε πολύ φτωχικά, αυτό δεν μας επηρέασε, αντίθετα, νομίζω, μας έδωσε ώθηση να επιμένουμε στο κυνήγι του ονείρου μας. Μάλιστα, έχοντας μάθει να ζούμε με δυσκολία από την αρχή της ζωής μας, ήμασταν προετοιμασμένοι να αντιμετωπίσουμε κάθε κακοτοπιά. Η καθημερινότητά μας είχε καλές και κακές στιγμές, όμως ό,τι και να συνέβαινε, γνωρίζαμε πως η οικογένειά μας θα ήταν παρούσα. Ξέρετε, συνηθίζω να λέω πως η πραγματική πατρίδα του μετανάστη είναι… οι εξής δύο: η οικογένειά του και ο τόπος που θα μεγαλώσει και θα αποκτήσει συνείδηση των πραγμάτων, εκεί δηλαδή που θα διαμορφωθεί ο χαρακτήρας του, ο εαυτός του. Τα ελληνικά ονόματα που μας έδωσαν οι γονείς μας ήταν κάτι που δεν το σκέφτηκαν πολύ. Θεώρησαν πολύ φυσικό να έχουν τα παιδιά τους ονόματα από τη δική μας πατρίδα, την Ελλάδα. Το δύσκολο ήταν να επιλέξουν τα ονόματα. Εγώ το πήρα από το νονό μου, τον Γιάννη. Του Θανάση το επέλεξε ο μπαμπάς επειδή του άρεσε η λέξη «αθανασία». Τα δύο μικρότερα αδέλφια μας ονομάζονται Κωνσταντίνος και Αλέξανδρος.
Θανάσης Αντετοκούνμπο: Στα Σεπόλια όλοι μας γνώριζαν. Ξεχωρίζαμε ούτως ή άλλως λόγω χρώματος, αλλά αυτό ποτέ δεν μας έκανε να νιώθουμε άβολα – κάποιους άλλους μπορεί, εμάς όμως ποτέ. Αυτό που μας στενοχωρούσε ήταν που βλέπαμε τους γονείς μας να αδυνατούν να έχουν μια σταθερή δουλειά. Τότε ακόμη και εμείς τα παιδιά βοηθούσαμε προκειμένου να φέρουμε στο σπίτι λίγα χρήματα παραπάνω, πουλώντας ρολόγια, τσάντες, γυαλιά ηλίου. Αυτό μας ένωσε περισσότερο ως οικογένεια. Από την οικογένεια αντλούσαμε δύναμη για να συνεχίσουμε ακόμη και τις μέρες που ανοίγαμε το ψυγείο και δεν υπήρχε τίποτε να φάμε. Μπορεί να μην ήταν πάντα έτσι, αλλά και τις μέρες που θεωρούσαμε καλές απλώς καλύπταμε τις στοιχειώδεις ανάγκες μας. Ο βασικός λόγος που έφυγαν οι γονείς μας από τη Νιγηρία ήταν για να δώσουν στα παιδιά τους τα εφόδια για μια καλύτερη ζωή. Η απόφαση να ξενιτευτείς, να φύγεις από τον τόπο σου, είναι πολύ κρίσιμη. Το ότι το κατάφεραν οι δικοί μας δεν σημαίνει ότι το καταφέρνουν όλοι. Δεν έχουμε πάει στη Νιγηρία, αλλά σκοπεύουμε να πάμε, ίσως σύντομα. Έχουμε αρκετούς φίλους εκεί και την αγαπάμε, επειδή η Νιγηρία είναι η πατρίδα των γονιών μας.
Από τα Σεπόλια στο NBA Γιάννης: Νιώθω ευγνωμοσύνη για πολλές από εκείνες τις καταστάσεις που έζησα στην παιδική μου ηλικία. Άλλωστε αυτές είναι που σε διαμορφώνουν ως άνθρωπο και τις κουβαλάς πάντα μέσα σου. Μέχρι το 2007 εγώ και ο Θανάσης δεν είχαμε καμία ιδιαίτερη επαφή με τον αθλητισμό. Παίζαμε κυρίως ποδόσφαιρο σε αλάνες στα Σεπόλια. Αυτός που κατάλαβε πως θα έπρεπε να ασχοληθούμε συστηματικά με το μπάσκετ ήταν ο υπεύθυνος των υποδομών του Φιλαθλητικού, Σπύρος Βελληνιάτης. Έτσι, καταλήξαμε να παίζουμε μπάσκετ. Φυσικά, το μπάσκετ άλλαξε τη ζωή μας, αλλά δεν το συνειδητοποιήσαμε μέχρι που μας το επισήμανε ο Σπύρος Βελληνιάτης. «Παιδιά, βάλτε το κεφάλι κάτω, δουλέψτε σκληρά στις προπονήσεις και θα ανταμειφθείτε μια μέρα» μας απαντούσε όταν του λέγαμε ότι δεν γίνεται να παίζουμε μπάσκετ όταν η οικογένειά μας δεν έχει λεφτά. Τελικά, δικαιώθηκε. O Θανάσης και ο Γιάννης με τα δυο μικρότερα αδέλφια τους, Κωνσταντίνο και Αλέξανδρο, που ακολουθούν τα βήματά τους στο παρκέ.
Θανάσης: Η ελληνική κοινωνία, οι καθημερινοί άνθρωποί της, είναι δεκτική σε πολυπολιτισμικά φαινόμενα. Μάλιστα, επιδεικνύει φιλόξενο πνεύμα απέναντι στους ξένους. Τουλάχιστον αυτό βιώσαμε εμείς. Το ελληνικό κράτος είναι μια άλλη κουβέντα, και αναφέρομαι συγκεκριμένα στις δυσκολίες που αντιμετωπίσαμε για να αποκτήσουμε ελληνική υπηκοότητα. Εμείς γεννηθήκαμε εδώ, η Ελλάδα είναι η πατρίδα μας. Είμαστε Έλληνες. Η γραφειοκρατία μάς έβαζε πολλά εμπόδια, αλλά όταν ήρθε η αναγνωρισιμότητα, τα περισσότερα –αν όχι όλα– εξαφανίστηκαν ως δια μαγείας. Αυτή ήταν τελικά η επιβράβευση για όσα πετύχαμε. Η νίκη κατά της γραφειοκρατίας. Όμως, όλα ή σχεδόν όλα γίνονται για καλό. Υπάρχει ένας σκοπός για τον οποίο συμβαίνουν τα πιο σκληρά ή σκοτεινά πράγματα στη ζωή μας.
Γιάννης: Αμερικανικό όνειρο; Δεν είμαι βέβαιος αν υπάρχει κάτι τέτοιο. Γι’ αυτό που μπορώ να πω με σιγουριά είναι πως ακόμη δεν μπορώ να συνειδητοποιήσω πως παίζω μπάσκετ στο καλύτερο πρωτάθλημα του κόσμου. Δύο από τις στιγμές που κρατάω από την πρώτη μου χρονιά στο NBA είναι όταν αντιμετώπισα τον Λεμπρόν Τζέιμς και όταν βρέθηκα αντίπαλος με το πρότυπό μου, τον Κέβιν Ντουράντ. Όταν έφτασα στην έδρα των Μαιάμι Χιτ, ήμουν γεμάτος άγχος, για το πώς θα ένιωθα όταν θα βρισκόμουν μπροστά στον καλύτερο μπασκετμπολίστα του κόσμου. Άγχος, φόβος, αγωνία, τρακ… ΟΚ, είπα στον εαυτό μου πως πρέπει να ξεπεράσω αυτή την αγχωτική κατάσταση και απλώς να απολαύσω το όνειρό μου που έγινε πραγματικότητα. Συγκλονιστική εμπειρία ήταν και αγώνας των Μιλγουόκι Μπακς εναντίον των Θάντερ, όταν αντιμετώπισα τον Ντουράντ. Όταν την άνοιξη του 2013 ξεκίνησε η συζήτηση σχετικά με την περίπτωσή μου στο NBA, έλεγα ότι θα ήμουν ικανοποιημένος αν έμπαινα στο δεύτερο γύρο των ντραφτ, μετά αν ήμουν έστω και χαμηλά στον πρώτο γύρο. Αφού επιλέχτηκα στο Νο 15 από τους Μιλγουόκι Μπακς αγωνιούσα για το αν θα με κρατούσαν ή θα με έστελναν στη Σαραγόσα. Αφού υπέγραψα, αναρωτιόμουν αν θα με έστελναν στην D-League. Και αφού με κράτησαν, αγχωνόμουν για το χρόνο συμμετοχής που θα είχα… Τέλος πάντων, τέλος καλό, όλα καλά. Η ζωή στην Αμερική μου αρέσει. Στο Μιλγουόκι ο καιρός αυτή την εποχή είναι μια χαρά. Αλλά το χειμώνα χτυπά εικοσάρια κάτω από το μηδέν, ως και η λίμνη παγώνει! Μιλάμε για πολύ κρύο, όμως το συνήθισα πια. Θυμάμαι όταν φύγαμε από το Μιλγουόκι, που ήταν χιονισμένο, για να πάμε να παίξουμε στο Μαϊάμι, εκεί συναντήσαμε καλοκαίρι. Ήταν εντυπωσιακό.
Θανάσης: Μας λείπει η Ελλάδα. Ο καιρός, οι άνθρωποι, η πιο χαλαρή καθημερινότητα. Στις ΗΠΑ τα πράγματα είναι, ή φαίνονται, πιο σοβαρά. Επίσης, και το χιούμορ μας, οι πλάκες που κάνουμε και είναι σαφώς πιο ελληνικές, δεν γίνεται πάντα αποδεκτό ή κατανοητό από τους άλλους. Συνήθως οι Αμερικανοί, οι μέσοι Αμερικανοί, έχουν είτε άγνοια είτε εσφαλμένη εντύπωση για την Ελλάδα. Οι περισσότεροι νομίζουν ότι είναι μια χώρα που λιμοκτονεί, ότι η ζωή εδώ είναι χάλια. Τους εξηγούμε ότι δεν συμβαίνει τίποτε από όλα αυτά που νομίζουν ότι συμβαίνουν. Σαφώς και η καθημερινότητα έχει δυσκολέψει λόγω της κρίσης, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν γίνονται οι ακρότητες που φαντάζονται. Αλλά τα ίδια τους λένε κι όσοι Αμερικανοί τουρίστες επιστρέφουν από τις διακοπές τους στην Ελλάδα και διαφημίζουν τη χώρα μας με τα καλύτερα λόγια.
Γιάννης: Αν είμαστε θετικά πρότυπα για τους Έλληνες, αυτό είναι μεγάλη ευθύνη για μας. Το μήνυμα που θέλουμε να περάσουμε στον κόσμο είναι ότι όλα ξεπερνιούνται με αισιοδοξία και πολλή δουλειά.
Θανάσης: Η επόμενη μέρα για την Ελλάδα δεν θα είναι και τόσο άσχημη. Όπως μάθαμε να ζούμε με τα πολλά, θα μάθουμε να ζούμε και με τα λίγα.

Σχετικά άρθρα