Ουρική αρθρίτιδα: Πώς προκαλείται και ποια είναι η θεραπεία;

Η ουρική αρθρίτιδα είναι μια φλεγμονώδης πάθηση των αρθρώσεων. Προσβάλλει πολύ πιο συχνά τους άνδρες από ό,τι τις γυναίκες και μάλιστα σε αναλογία 5:1, ενώ εμφανίζει τη μεγαλύτερη συχνότητά της μετά την πέμπτη δεκαετία της ηλικίας.

Στη χώρα μας ο επιπολασμός,  δηλ. η συχνότητα, της ουρικής αρθρίτιδας  βρέθηκε στο επίπεδο του 4,7‰ των ενηλίκων, σύμφωνα με παλιότερη επιδημιολογική έρευνα για τις ρευματικές παθήσεις.

Ποιες είναι οι αιτίες και πώς αναπτύσσεται η ουρική αρθρίτιδα;

Η ουρική αρθρίτιδα οφείλεται στην εναπόθεση μέσα στις αρθρώσεις με τη μορφή κρυστάλλων ενός άλατος του ουρικού οξέος που λέγεται ουρικό μονονάτριο.

Ο σχηματισμός των κρυστάλλων αυτών οφείλεται σε μεγάλη αύξηση των επιπέδων του ουρικού οξέος στο αίμα, δηλ. σε υπερουριχαιμία. Το ουρικό οξύ είναι ένα φυσιολογικό προϊόν του μεταβολισμού των πουρινών, που περιέχονται στις τροφές, και αποβάλλεται από τους νεφρούς.

Η υπερουριχαιμία οφείλεται είτε σε αυξημένη παραγωγή ουρικού οξέος είτε σε μειωμένη αποβολή από τους νεφρούς είτε σε συνδυασμό και των δύο αυτών μηχανισμών. Μέχρι την εμφάνιση του πρώτου επεισοδίου οξείας ουρικής αρθρίτιδας συνήθως προηγείται μια μακρά περίοδος  ασυμπτωματικής υπερουριχαιμίας

Τι είναι η ασυμπτωματική υπερουριχαιμία;

Η υπερουριχαιμία είναι πολύ συχνή στο γενικό πληθυσμό. Στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής έχει βρεθεί ότι 50‰ των ενηλίκων παρουσιάζουν υπερουριχαιμία. Ωστόσο στη συντριπτική τους πλειοψηφία τα άτομα με υπερουριχαιμία δεν παρουσιάζουν ποτέ κλινικές εκδηλώσεις ουρικής αρθρίτιδας.

Έχει υπολογιστεί ότι μόνο 10-15% των ατόμων με συνεχή και μεγάλη υπερουριχαιμία παρουσιάζουν τελικά ουρική αρθρίτιδα μετά από παρέλευση ακόμη και δεκαετιών.

Στο ερώτημα γιατί από το σύνολο των ατόμων με υπερουριχαιμία μόνο ένα μικρό ποσοστό εμφανίζει οξεία ουρική αρθρίτιδα, η απάντηση δεν είναι πλήρως γνωστή. Είναι, ωστόσο, γνωστό ότι ορισμένοι παράγοντες ευνοούν την προσβολή οξείας ουρικής αρθρίτιδας.

Ένας τέτοιος παράγοντας είναι η απότομη αύξηση ή μείωση των επιπέδων του  ουρικού οξέος στο αρθρικό υγρό, που έχει ως αποτέλεσμα την καθίζηση ή την απελευθέρωση κρυστάλλων ουρικού μονονατρίου μέσα στην άρθρωση.

Τέτοια ταχεία μεταβολή στα επίπεδα ουρικού οξέος προκαλείται:

  • από επαναλαμβανόμενους μικροτραυματισμούς μιας άρθρωσης
  • από μεγάλη κατανάλωση οινοπνεύματος
  • από φάρμακα

Οι επαναλαμβανόμενοι μικροτραυματισμοί σε μια άρθρωση, όπως π.χ. στην άρθρωση της βάσης του μεγάλου δακτύλου του ποδιού από παρατεταμένο βάδισμα, μπορεί να μην προκαλούν πόνο κατά τη διάρκεια του βαδίσματος αλλά αύξηση του αρθρικού υγρού μέσα στην άρθρωση.

Κατά τη διάρκεια της νυχτερινής ανάπαυσης θα υπάρξει σχετικά ταχεία έξοδος ελεύθερου νερού από την άρθρωση. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την απότομη αύξηση των επιπέδων του ουρικού οξέος μέσα στην άρθρωση, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει στην καθίζηση κρυστάλλων ουρικού μονονατρίου και στην εκδήλωση οξείας ουρικής αρθρίτιδας.

Αυτός ο μηχανισμός μπορεί να ερμηνεύσει το γιατί οι προσβολές της ουρικής αρθρίτιδας συμβαίνουν συχνά κατά τη νύχτα και μάλιστα στην άρθρωση της βάσης του μεγάλου δακτύλου του ποδιού.

Η μεγάλη κατανάλωση οινοπνεύματος αυξάνει απότομα την παραγωγή ουρικού οξέος και μπορεί να οδηγήσει σε προσβολή οξείας ουρικής αρθρίτιδας.

Διάφορα φάρμακα μπορούν να προκαλέσουν επίσης επεισόδια οξείας ουρικής αρθρίτιδας είτε επειδή αυξάνουν απότομα τα επίπεδα του ουρικού οξέος (π.χ. ορισμένα διουρητικά φάρμακα ή μικρές δόσεις ασπιρίνης) είτε επειδή τα μειώνουν απότομα (π.χ. η αλλοπουρινόλη).

Τι είναι η οξεία ουρική αρθρίτιδα;

Το πρώτο επεισόδιο οξείας ουρικής αρθρίτιδας εντοπίζεται συνήθως στην άρθρωση της βάσης του μεγάλου δακτύλου του ποδιού (μεταταρσιοφαλαγγική άρθρωση), γι’ αυτό η νόσος είναι γνωστή και ως ποδάγρα.

Αρθρώσεις που προσβάλλονται επίσης συχνά είναι άλλες αρθρώσεις των ποδιών και τα γόνατα, ενώ λιγότερο συχνά προσβάλλονται οι καρποί, οι αγκώνες και οι αρθρώσεις των χεριών.

Τα κύρια κλινικά χαρακτηριστικά της οξείας ουρικής αρθρίτιδας, δηλ. της φλεγμονής στην άρθρωση, που οφείλεται σε κρυστάλλους ουρικού μονονατρίου, είναι:

Πόνος

Η ένταση του πόνου ποικίλλει από ελαφρά μέχρι πολύ έντονη. Κατά κανόνα ο πόνος είναι πράγματι τόσο οξύς και έντονος, ώστε ο ασθενής αναφέρει χαρακτηριστικά ότι δυσκολεύεται ή δεν μπορεί καθόλου να περπατήσει ή ότι δεν αντέχει το βάρος των κλινοσκεπασμάτων, επειδή συχνά η εγκατάσταση της προσβολής οξείας αρθρίτιδας παρατηρείται κατά τις νυχτερινές ώρες.

Διόγκωση της άρθρωσης

Ερυθρότητα

Θερμότητα

Έντονη ευαισθησία

Ένα επεισόδιο οξείας ουρικής αρθρίτιδας υποχωρεί συνήθως, ακόμη και χωρίς θεραπεία, μέσα σε μία ή δύο εβδομάδες, για να εμφανιστεί και πάλι μετά από παρέλευση εβδομάδων, μηνών ή και ετών.

Σε περιπτώσεις που δεν χορηγηθεί θεραπευτική αγωγή, η φυσική πορεία της ουρικής αρθρίτιδας ποικίλλει από επεισόδια ελαφρού πόνου, που υποχωρούν μέσα σε μερικές ώρες (ελάσσονες προσβολές), μέχρι επαναλαμβανόμενα επεισόδια οξείας αρθρίτιδας που διαρκούν 1-2 εβδομάδες.

Στις αρχικές φάσεις της οξείας ουρικής αρθρίτιδας τα επεισόδια οξείας αρθρίτιδας είναι αραιά και τα μεσοδιαστήματα μεταξύ των προσβολών μερικές φορές διαρκούν χρόνια. Με την πάροδο όμως του χρόνου οι προσβολές γίνονται συχνότερες, πιο παρατεταμένες και αφορούν περισσότερες αρθρώσεις.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στα μεσοδιαστήματα μεταξύ των κρίσεων οξείας ουρικής αρθρίτιδας όλες οι αρθρώσεις, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που είχαν προσβληθεί, είναι ελεύθερες συμπτωμάτων.

Τι είναι και πώς αναπτύσσεται η χρόνια ουρική αρθρίτιδα;

Καθώς ο καιρός περνάει, αν δεν εφαρμοστεί η κατάλληλη θεραπευτική αγωγή, η νόσος εξελίσσεται στη χρόνια μορφή της, δηλ. στη χρόνια ουρική αρθρίτιδα. Αυτή η μορφή εγκαθίσταται συνήθως μετά από 10 ή περισσότερα χρόνια υποτροπιάζουσας ουρικής αρθρίτιδας και αφορά πολλές αρθρώσεις.

Η μετάβαση από την οξεία υποτροπιάζουσα ουρική αρθρίτιδα στη χρόνια ουρική αρθρίτιδα συμβαίνει  όταν τα χρονικά διαστήματα ανάμεσα στις κρίσεις δεν είναι πια ελεύθερα πόνου.

Οι αρθρώσεις που έχουν προσβληθεί είναι μόνιμα επώδυνες και διογκωμένες, αν και η ένταση αυτών των συμπτωμάτων είναι πολύ μικρότερη από ό,τι κατά τις κρίσεις οξείας ουρικής αρθρίτιδας.

Αν ο ασθενής παραμένει ακόμη χωρίς χορήγηση κατάλληλης θεραπείας, προσβολές οξείας αρθρίτιδας και μάλιστα αρκετά συχνά εξακολουθούν να συμβαίνουν και σε αυτό το υπόστρωμα χρόνιου πόνου.

Η ένταση του χρόνιου πόνου αυξάνεται επίσης συνεχώς όσο περνάει ο χρόνος και όσο δεν εφαρμόζεται κατάλληλη θεραπευτική αγωγή. Επίσης αναπτύσσονται σιγά-σιγά καταστροφικές βλάβες στις αρθρώσεις και τελικά παραμορφωτική πολυαρθρίτιδα.

Πώς γίνεται η θεραπευτική αντιμετώπιση της οξείας ουρικής αρθρίτιδας;

Από θεραπευτικής πλευράς είναι απολύτως δυνατή η αποτελεσματική αντιμετώπιση της οξείας ουρικής αρθρίτιδας. Τα φάρμακα που χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση της οξείας προσβολής είναι:

  • Κολχικίνη
  • Μη στεροειδή αντιφλεγμονώδη φάρμακα
  • Γλυκοκορτικοειδή (κορτιζόνη)

Υπάρχει πρόληψη για την ουρική αρθρίτιδα;

Για την πρόληψη μελλοντικών προσβολών οξείας ουρικής αρθρίτιδας θα πρέπει να εφαρμόζεται αγωγή που να περιλαμβάνει γενικά μέτρα για όλους τους ασθενείς, ενώ ανάλογα με την περίπτωση και την κρίση του θεράποντος γιατρού μπορεί σε ορισμένους ασθενείς να χρειάζεται προσθήκη και φαρμακευτικών ουσιών.

Η εφαρμογή γενικών προληπτικών μέτρων μπορεί να μειώσει τα επίπεδα του ουρικού οξέος στο αίμα καθώς και τη συχνότητα των οξειών προσβολών και έτσι για πολλούς ασθενείς να μην υπάρχει ανάγκη εφαρμογής φαρμακευτικής αγωγής για αρκετά χρόνια. Τα γενικά προληπτικά μέτρα περιλαμβάνουν:

Αποφυγή τροφών με μεγάλη περιεκτικότητα σε πουρίνες, όπως π.χ. εντόσθια, ζωμός κρέατος, μύδια, στρείδια, αυγοτάραχο, σαρδέλες, ρέγγα κ.ά.

  • Απώλεια βάρους.
  • Αποφυγή οινοπνευματωδών ποτών.
  • Λήψη επαρκούς ποσότητας υγρών σε καθημερινή βάση.
  • Αποφυγή επαναλαμβανόμενων μικροτραυματισμών κατά τη διάρκεια ασκήσεων ή επαγγελματικών δραστηριοτήτων.

Εφόσον είναι δυνατό, μετά από συμβουλή του θεράποντος γιατρού, να γίνεται διακοπή και αντικατάσταση ορισμένων φαρμάκων που αυξάνουν το ουρικό οξύ του αίματος.

Όταν η συχνότητα των κρίσεων οξείας ουρικής αρθρίτιδας είναι σχετικά μεγάλη, τότε για την πρόληψη τόσο μελλοντικών επεισοδίων οξείας ουρικής αρθρίτιδας όσο και της χρόνιας ουρικής αρθρίτιδας ο θεράπων γιατρός μπορεί να προσθέσει στα γενικά προληπτικά μέτρα και αγωγή με φάρμακα, όπως:

  • Κολχικίνη
  • Φάρμακα που μειώνουν την παραγωγή ουρικού οξέος
  • Αλλοπουρινόλη
  • Φεμπουξοστάτη
  • Φάρμακα που αυξάνουν την αποβολή ουρικού οξέος από τους νεφρούς
  • Προβενεκίδη
  • Βενζοβρωμαρόνη
  • Λοζαρτάνη

Είναι σημαντικό να τονιστεί στο σημείο αυτό ότι άτομα που έχουν υπερουριχαιμία, δηλ. αυξημένα επίπεδα ουρικού οξέος στο αίμα, χωρίς προσβολές οξείας αρθρίτιδας δεν χρειάζεται να παίρνουν φάρμακα για τη μείωση του ουρικού οξέος, διότι ένα πολύ μικρό ποσοστό αυτών των ατόμων, που δεν υπερβαίνει το 15%, εμφανίζουν τελικά και μάλιστα μετά από πολλά χρόνια ουρική αρθρίτιδα.

Ωστόσο, είναι αυτονόητο ότι το θεραπευτικό πρόγραμμα, που θα εφαρμοστεί για την αντιμετώπιση της ουρικής αρθρίτιδας και για την πρόληψη τόσο μελλοντικών επεισοδίων οξείας ουρικής αρθρίτιδας όσο και της ανάπτυξης χρόνιας ουρικής αρθρίτιδας σε ένα συγκεκριμένο ασθενή, δηλ. ποια γενικά προληπτικά μέτρα και ποιο φάρμακο ή ποιος συνδυασμός φαρμάκων θα χρησιμοποιηθούν, καθορίζεται από το θεράποντα γιατρό ρευματολόγο με βάση τα κλινικά δεδομένα, τις συνυπάρχουσες  παθήσεις και γενικά τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του συγκεκριμένου ασθενούς.

Πηγή: Ελληνικό Ίδρυμα Ρευματολογίας

www.elire.gr

 

Σχετικά άρθρα